- πιεστήρια
- les premses
Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.
Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.
σφυρηλάτηση — Επεξεργασία με την οποία τα μέταλλα, αφού θερμανθούν σε κατάλληλη θερμοκρασία, υποβάλλονται σε μια σειρά επανειλημμένων κρούσεων για να τους δοθεί η επιθυμητή μορφή. Χρησιμοποιείται συχνά για την κατασκευή πολύπλοκων κομματιών με πολλές προεξοχές … Dictionary of Greek
ηλιογραφία — Μέθοδος για την αναπαραγωγή σχεδίων σε φωτογραφικό χαρτί, με άμεση επαφή ανάλογη με την κυανογραφία. Και οι δύο αυτές μέθοδοι είναι πλέον ουσιαστικά ιστορικές, μια και έχουν αντικατασταθεί από νεότερες τεχνικές. Στην η. το σχέδιο (σε διαφανές… … Dictionary of Greek
κρασί — Ποτό που παράγεται από την ολική ή μερική αλκοολική ζύμωση του μούστου (γλεύκους) των νωπών σταφυλιών. Από χημική άποψη, το κ. είναι ένα μείγμα από 85 90% νερό, 5 14% αιθυλική αλκοόλη (οινόπνευμα) και από άλλες ουσίες, που προσδίδουν τα… … Dictionary of Greek
χαρακτική — Με την ονομασία αυτή χαρακτηρίζεται το σύνολο των γραφικών μεθόδων που περιλαμβάνουν την αποτύπωση ενός σχεδίου επάνω σε μόνιμη μήτρα και από εκεί τη μεταφορά του σε χαρτί ή άλλο υλικό. Η αποτύπωση του σχεδίου στη μήτρα γίνεται με την τεχνική της … Dictionary of Greek
δοκιμασίες — Συστηματικές μέθοδοι ελέγχου, με τις οποίες εξετάζονται οι φυσικές και χημικές ιδιότητες των υλικών που προορίζονται για κατασκευές ή η απόδοση και η καταλληλότητα μηχανών, τμημάτων τους, εγκαταστάσεων κλπ. (στην τελευταία περίπτωση αποκαλούνται… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τύπος — ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Πριν και κατά τη διάρκεια της Eπανάστασης του 1821 Η γέννηση του ελληνικού Τύπου συντελέστηκε ουσιαστικά στα τέλη του 18ου αιώνα στις περιοχές της ελληνικής διασποράς. Η οικονομική ευρωστία της… … Dictionary of Greek
Ελληνικά Χρονικά — Εφημερίδα που άρχισε να εκδίδεται στο Μεσολόγγι την 1η Ιανουαρίου 1824, με διευθυντή τον Ελβετό φιλέλληνα Ιωάννη Ιάκωβο Μάγερ. Τα χειροκίνητα πιεστήρια της εφημερίδας μεταφέρθηκαν από την Αγγλία από τον συνταγματάρχη Στάνχοπ, αντιπρόσωπο του… … Dictionary of Greek
κοκκέλαιο ή κοκκόλιπος — Η λιπαρή ύλη που λαμβάνεται από τους πυρήνες των καρπών του κοκκοφοίνικα (ινδική καρύδα). Για την εξαγωγή του κ. οι πυρήνες αυτοί, που ονομάζονται και κόπρα, υποβάλλονται σε έκθλιψη. Η διαδικασία τελείται είτε στη χώρα παραγωγής της κόπρας είτε… … Dictionary of Greek
λινόλεουμ — Βιομηχανικό προϊόν που χρησιμοποιείται ευρύτατα για πατώματα και επενδύσεις. Το επινόησε και το παρασκεύασε για πρώτη φορά ο Άγγλος Φρέντερικ Γουόλτον το 1863. Το λ. αποτελείται κυρίως από λινέλαιο αναμεμειγμένο με ρητίνες και ειδικότερα με… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Λαογραφικό Χαλκίδας — Το Λαογραφικό Μουσείο Χαλκίδας ιδρύθηκε το 1981, από την Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών σε συνεργασία με το δήμο Χαλκιδέων. Η συλλογή του, η οποία σήμερα αριθμεί περισσότερα από 1.200 εκθέματα, στεγάζεται σε τρεις συνεχόμενες αίθουσες που σώζονται από … Dictionary of Greek
Τυπογραφείο Εθνικό — Το τυπογραφείο του εληνικού κράτους, στο οποίο εκτυπώνονται η Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και άλλα δημόσια έγγραφα. Με την κήρυξη της ανεξαρτησίας της Ελλάδας, οι πρώτες κυβερνήσεις που σχηματίστηκαν, προνόησαν για τον καταρτισμό τυπογραφείου για… … Dictionary of Greek